μπλεγμένα μεταξύ τους δάχτυλα, εξομολογήσεις, μάτια υγρά

δεν αντέχω να 'μαι μακριά σου 2 μέρες τώρα
τόσους μήνες πώς τους άντεξα;

στο κρεβάτι μας
μαζί
Μια κραυγή
Όλη μέρα μια κραυγή που πηγάζει βαθιά απ τα σωθικά μου

Πού είσαι;

Αιμορραγώ ανάγκη να σε δω
να σε κρατήσω

είναι ο αγκώνας μιας άλλης. πρέπει να φύγει. ας έχω όμως καλή συνέχεια

αφήνω το βλέμμα να πλανηθεί ενώ κάνω άσκοπα κλικ με το ποντίκι στο ίδιο σημείο
βουρκώνω και αδειάζω με τη μία
μάζευα το κουράγιο μου μια ολόκληρη βδομάδα για να σου μιλήσω
κι εσύ πρέπει να φύγεις τώρα
πού πας;
πότε έγινε περίεργο να με ενδιαφέρει πού πας;
πότε σταμάτησα να θέλω να έρχομαι μαζί σου;

πότε αποκόπηκες από μένα;

γιατί δεν έκανα κι εγώ το αντίστοιχο;

όσο περνάν οι μέρες, οι αναμνήσεις τρέχουν πιο γρήγορα στο μυαλό μου
στην αρχή, θυμόμουν κάθε μέρα κάτι καινούριο που είχε ξεχαστεί
"α, τότε που έγινε αυτό.."
"α, ο τρόπος που εκείνο.."
τώρα έρχονται όλα αυτά μαζεμένα και μανιασμένα προς το μέρος μου
έχω κάνει την επανάληψή μου, τα έχω μάθει όλα πολύ καλά
σ αγαπώ και σε μισώ ταυτόχρονα
και όλες οι αναμνήσεις μας με στοιχειώνουν και με κομματιάζουν

α, για δες, ο τρόπος που χάιδευες την πλάτη μου 
την τελευταία φορά που ήμουν στο κρεβάτι σου
μου έκλεψε δυο δάχτυλα του ποδιού
κι έφυγε σα κυνηγημένος

γενέθλια αναμνήσεων

πέρυσι τέτοια ώρα ήμασταν μαζί στο σαλόνι σου.
εγώ ξαπλωμένη ανάσκελα στον καναπέ και συ ξαπλωμένος πάνω μου με το κεφάλι στο στήθος μου.
τεντώθηκες και σταμάτησες την ταινία,
να έχεις ο,τι θέλεις, μου ευχήθηκες.
εσένα, σκέφτηκα αλλά δεν το είπα αφού το ήξερες
και η ευχή μου έπιασε για κάμποσο και σ είχα και εσύ είχες εμένα όχι κτητικά με αίσθηση ιδιοκτησίας και ζήλιες και τέτοια

τα πιο όμορφα γενέθλια όλων των ως τώρα χρόνων τα πέρασα μαζί σου
και σήμερα δε γιορτάζω τη γέννησή μου
αλλά την ανάμνηση του πέρσι

και τώρα τι θες; -είπες- πάμε να βρούμε κανένα ζαχαροπλαστείο ανοιχτό;
γιατί;
ε, όταν κάποιος έχει γενέθλια τρώει κάτι γλυκό

(μα, τι παιδί που είσαι)